Στις 23 Μαρτίου ανακοινώθηκε τελικά η καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τις συστηματικές και μακροχρόνιες υπερβάσεις στις τιμές των μικροσωματιδίων στην ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης, όπως και γιατί παρέλειψε “να θεσπίσει από τις 11 Ιουνίου 2010 κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της συμμορφώσεως προς την ημερήσια οριακή τιμή για τα ΡΜ10” και συνεπώς “παρέβη τις υποχρεώσεις της που πηγάζουν από την υποχρέωση να διασφαλίσει ότι τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα θεσπίζουν κατάλληλα μέτρα ώστε η περίοδος υπέρβασης της εν λόγω οριακής τιμής να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη». Οι απαντήσεις των ελληνικών αρχών δεν ικανοποίησαν την Ευρ. Επιτροπή, που υποστήριξε ότι κύρια πηγή των αιωρούμενων μικροσωματιδίων είναι η καύση ορυκτών καυσίμων και βιομάζας, βιομηχανικές δραστηριότητες και η κυκλοφορία οχημάτων.
Επιπροσθέτως, σύμφωνα με έκθεση της ελβετικής εταιρείας τεχνολογίας ποιότητας αέρα IQAir που δημοσιεύτηκε στον τοπικό τύπο, μία από τις πιο επιβαρυμένες ατμοσφαιρικά περιοχές στη χώρα προκύπτει ότι είναι η Θεσσαλονίκη με τα προάστιά της. Η χειρότερη πανελλαδικά ποιότητα αέρα εντοπίζεται στα Βασιλικά, με τον ετήσιο μέσο όρο συγκέντρωσης σωματιδίων PM2.5 να ανέρχεται σε 23,9 μg/m³, ελαφρά επιδεινωμένος σε σχέση με το 2021 (23,2 μg/m³)! Οι τρεις μήνες με τη μεγαλύτερη επιβάρυνση στην περιοχή ήταν ο Ιανουάριος, ο Μάρτιος και ο Δεκέμβριος του 2022, όταν οι τιμές εκτοξεύτηκαν σε τουλάχιστον επταπλάσια επίπεδα από αυτά που ο ΠΟΥ κρίνει ως αποδεκτά (5 µg/m3 ή λιγότερα).
Στην τρίτη θέση βρίσκεται το Πλαγιάρι (ετήσια συγκέντρωση 22,9 μg/m³ το 2022), στην πέμπτη η Καρδία, (22,6 μg/m³), στην όγδοη η Περαία (21,3 μg/m³) και στην 11η η Θέρμη (20,4 μg/m³). Εντύπωση προκαλεί ότι όλες αυτές οι περιοχές βρίσκονται στα ανατολικά. Η πιθανή αιτία για την αυξημένη ρύπανση σε αυτές τις περιοχές ίσως είναι η καύση ξύλων στα τζάκια της περιοχής, όπως δήλωσε η διοίκηση του Δήμου Θέρμης ή η παράσυρση ρύπων από τη βιομηχανική περιοχή, το λιμάνι και το κέντρο μέσω των κυρίαρχων βορειοδυτικών ανέμων.
Συνολικά, η πόλη της Θεσσαλονίκης βρίσκεται σε χειρότερη μοίρα από την Αθήνα (19,7 μg/m³ έναντι 19,2 μg/m³), η οποία όμως παρουσιάζει σαφή βελτίωση σε σχέση με το 2021, όταν ο μέσος όρος ήταν 20,8 μικρογραμμάρια. Η συγκέντρωση σωματιδίων στη Θεσσαλονίκη είναι 3,8 φορές υψηλότερη από τις κατευθυντήριες γραμμές αναφοράς που δίνει ο ΠΟΥ.
Η παράταξη “Κοιτάμε Μπροστά” θεωρεί ότι η διοίκηση Τζιτζικώστα φέρει σοβαρές ευθύνες για την καταδίκη της χώρας μας, καθώς το επιχειρησιακό σχέδιο που κατάρτισε αργοπορημένα δεν συνοδευόταν από επαρκή μελέτη εφαρμογής. Η παράταξη έχει καταθέσει επανειλημμένα ερωτήσεις προς τους αρμόδιους αντιπεριφερειάρχες για το ζήτημα της απαράδεκτης κατάστασης του αέρα της πόλης, που επιβαρύνει την υγεία των πολιτών. Ωστόσο, οι απαντήσεις ήταν ανεπαρκέστατες, ενώ για τη ρύπανση από τα τζάκια υποστήριξαν ότι πρέπει να γίνει νέα, ξεχωριστή, μελέτη! Συνεπώς, δεν φαίνεται να έχει καταγραφεί το πρόβλημα που εντοπίζεται τώρα σε Θέρμη και Περαία.
Στελέχη της διοίκησης της Περιφέρειας επιλέγουν ως υπερασπιστική γραμμή το ότι έχουν αρμοδιότητα μόνο για την καταγραφή των τιμών ρύπων από τους μετρητές του Εθνικού Δικτύου ΕΔΠΑΡ και όχι για τη συγκριτική παρακολούθησή τους, τη διαπίστωση αν ξεπερνούν τα όρια και για το αν πρέπει να ληφθούν έκτακτα μέτρα σε περίπτωση υπέρβασης των ορίων, σε συνεργασία με τους τοπικούς Δήμους. Για τα περισσότερα από αυτά ρίχνουν το μπαλάκι στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, σε ένα γνωστό δυστυχώς παιχνίδι “πινγκ-πονγκ” αποφυγής των σοβαρότατων πολιτικών ευθυνών. Ωστόσο, η αλήθεια παραμένει ότι οι πολίτες είναι ανυπεράσπιστοι στις επιπτώσεις από την ατμοσφαιρική ρύπανση!