Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο documentonews.gr στις 27/10/2020
Το σχέδιο νόμου που συζητείται αυτές τις μέρες στη Βουλή φέρει τον ψευδεπίγραφο τίτλο «Κώδικας διευθέτησης οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας». Και επιμένω στον χαρακτηρισμό ψευδεπίγραφος, γιατί μόνο δεύτερη ευκαιρία δεν δίνεται.
Αντί άλλων διατάξεων θα αναφερθώ σε αυτήν του άρθρου με τον συμβολικό αριθμό 166. Με αυτήν οι ευάλωτοι οφειλέτες μεταβιβάζουν στον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης, του οποίου τις αρμοδιότητες το δημόσιο παραχωρεί σε νομικό πρόσωπο του ιδιωτικού βεβαίως τομέα, την κύρια κατοικία τους με διάρκεια μίσθωσης τα δώδεκα έτη και με μίσθωμα που αναθεωρείται ετήσια. Εφόσον ο οφειλέτης έχει καταβάλει το σύνολο των μισθωμάτων για τη διάρκεια της μίσθωσης, τότε θα δικαιούται τη μεταβίβαση της κυριότητας της κύριας κατοικίας στον ίδιο ή στους νόμιμους διαδόχους του έναντι τιμήματος επαναγοράς που θα ανταποκρίνεται στην εμπορική αξία του ακινήτου κατά τον χρόνο άσκησης του δικαιώματος επαναγοράς.
Στην πραγματική ζωή τα παραπάνω σημαίνουν πολύ απλά ότι αφού έχω χάσει το σπίτι μου θα πληρώνω ενοίκιο για δώδεκα χρόνια και ταυτόχρονα θα εξακολουθώ να είμαι ευάλωτος –δηλαδή αν δεν έχω οικογένεια το εισόδημά μου να μην ξεπερνά τις 7.000 ευρώ ετησίως ή αν είμαι παντρεμένος η γυναίκα μου να μην παίρνει πάνω από 200 ευρώ τον μήνα– και ύστερα από όλα αυτά θα πρέπει να διπλοπληρώσω το σπίτι μου καταβάλλοντας το τίμημα ανάλογα με την εμπορική του αξία. Αναρωτιέται βέβαια κανείς πώς ένας ευάλωτος θα μπορεί με αυτά τα κριτήρια να αγοράσει ξανά το σπίτι του και στην τιμή που αυτό θα έχει φτάσει, αλλά αυτή είναι η έννοια της «προστασίας» που αναφέρεται και στον επιτυχημένο τίτλο του άρθρου «Ρυθμίσεις για ευάλωτους οφειλέτες και σχετικές προστασίες». Η σχετικότητα της προστασίας είναι ολοφάνερη!
Είναι προφανές ότι μια πραγματική δεύτερη ευκαιρία σχετικά με την πρώτη κατοικία θα υιοθετούσε τη μεγαλύτερη διάρκεια της μίσθωσης, που θα έδινε τη δυνατότητα να είναι μικρότερη η δόση, ενώ η εκ νέου αγορά θα γινόταν με όρους ευνοϊκούς για τον οφειλέτη, λαμβάνοντας υπόψη τη μέχρι τότε καταβολή των μισθωμάτων και σε τιμές με βάση τις αντικειμενικές αξίες, αφού σε αυτές πληρώνονται και οι φόροι. Αυτή θα ήταν μια επαρκής και όχι σχετική προστασία. Επειτα από δώδεκα χρόνια κανένας οφειλέτης δεν θα μπορεί να πληρώσει εκ νέου το σπίτι του αφού θα έχει μηδενική αποταμιευτική ικανότητα ως ευάλωτος, ενώ θα πρέπει να αναλογιστούμε πόσοι συμπολίτες μας τότε μπορεί να είναι στην τρίτη ηλικία ή με προβλήματα υγείας και θα αναγκαστούν να βρεθούν στον δρόμο.
Το σχέδιο νόμου, όπως ήδη έχει σχολιαστεί στη διαβούλευση, από την αρχή δεν καταλείπει καμία αμφιβολία για τους πραγματικούς επιδιωκόμενους σκοπούς του. Οπως αναφέρει ήδη στο άρθρο 1: «Αποσκοπεί στη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη με τη ρευστοποίηση του συνόλου της περιουσίας του οφειλέτη», σε πλήρη αντιδιαστολή με το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς που έθετε ως σκοπό «τη ρύθμιση των οφειλών και την απαλλαγή του (οφειλέτη) από τυχόν υπόλοιπα τούτων και την επανένταξή του στην οικονομική και κοινωνική ζωή με την επανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών που αδυνατεί να αποπληρώσει». Ακόμη και η χρησιμοποιούμενη ορολογία είναι δηλωτική των προθέσεων. Αντί άλλων, θα προέτρεπα τους συντάκτες του σχεδίου νόμου και την κυβέρνηση να παρακολουθήσουν τα «99 σπίτια», τη συγκλονιστική ταινία του Ραμίν Μπαχρανί σχετικά με τις εξώσεις στην Αμερική, μήπως και μέσω της τέχνης αντιληφθούν την πραγματικότητα γιατί μέχρι σήμερα νομοθετούν ερήμην της.